Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Fever pitch
01
κορύφωση, ακραία διέγερση
a state characterized by great excitement or agitation
Παραδείγματα
The atmosphere in the stadium is reaching a fever pitch as the teams battle it out in the final minutes of the game.
Η ατμόσφαιρα στο γήπεδο φτάνει σε κορύφωση καθώς οι ομάδες αγωνίζονται στα τελευταία λεπτά του παιχνιδιού.
The political rally is at a fever pitch as passionate supporters express their views with fervor.
Η πολιτική συγκέντρωση βρίσκεται σε κορύφωση καθώς οι παθιασμένοι υποστηρικτές εκφράζουν τις απόψεις τους με ζήλο.



























