Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
facetious
01
αστείος, πλαστός
not showing the amount of seriousness needed toward a serious matter by trying to seem clever and humorous
Παραδείγματα
His facetious remarks about the serious issue were not well received.
Οι πλαστές παρατηρήσεις του για το σοβαρό ζήτημα δεν έγιναν καλά δεκτές.
The manager ’s facetious jokes did little to address the team ’s concerns.
Τα επιπόλαια αστεία του διαχειριστή έκαναν ελάχιστα για να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες της ομάδας.



























