Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
external
Παραδείγματα
The building ’s external walls were insulated to improve energy efficiency.
Οι εξωτερικοί τοίχοι του κτιρίου μονώθηκαν για να βελτιωθεί η ενεργειακή απόδοση.
She used an external microphone to capture high-quality audio for her podcast recordings.
Χρησιμοποίησε ένα εξωτερικό μικρόφωνο για να καταγράψει υψηλής ποιότητας ήχο για τις ηχογραφήσεις του podcast της.
02
εξωτερικός, εξωγενής
relating to a source outside a specific situation or context
Παραδείγματα
During a business negotiation, external factors such as market conditions and economic trends can influence the outcome.
Κατά τη διάρκεια μιας επιχειρηματικής διαπραγμάτευσης, εξωτερικοί παράγοντες όπως οι συνθήκες της αγοράς και οι οικονομικές τάσεις μπορούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα.
External influences, such as cultural norms and societal expectations, can shape individual behavior.
Οι εξωτερικές επιρροές, όπως οι πολιτιστικές νόρμες και οι κοινωνικές προσδοκίες, μπορούν να διαμορφώσουν την ατομική συμπεριφορά.
Παραδείγματα
The external appearance of the building was impressive, with its modern architecture and sleek design.
Η εξωτερική εμφάνιση του κτιρίου ήταν εντυπωσιακή, με τη μοντέρνα αρχιτεκτονική και το κομψό σχεδιασμό του.
The house ’s external design combines modern and traditional architectural elements.
Το εξωτερικό σχέδιο του σπιτιού συνδυάζει σύγχρονα και παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία.
04
ξένος, εξωτερικός
from or between other countries
05
εξωτερικός, επιφανειακός
purely outward or superficial
External
01
εξωτερικά χαρακτηριστικά, εξωτερικά γνωρίσματα
outward features
Λεξικό Δέντρο
externality
externalize
externally
external



























