Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Etymon
01
έτυμο, προέλευση μιας λέξης
the earliest known form of a word or a morpheme from which related words in different languages are derived
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
έτυμο, προέλευση μιας λέξης