LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Ependyma
/ˈɛpəndˌɪmə/
/ˈɛpəndˌɪmə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "ependyma"
Ependyma
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
thin epithelial membrane lining the ventricles of the brain and the spinal cord canal
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
epee
epaulette
epaulement
eparchy
eparchial
epenthesis
epenthetic
epergne
epha
ephah
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App