Epha
volume
British pronunciation/ˈɛfə/
American pronunciation/ˈɛfə/

Ορισμός και Σημασία του "epha"

01

an ancient Hebrew unit of dry measure equal to about a bushel

word family

epha

epha

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store