Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
egoistic
01
εγωιστής, εγωκεντρικός
characterized by an excessive or self-centered focus on one's own interests, needs, or desires
Παραδείγματα
His egoistic behavior made it challenging for colleagues to collaborate with him on team projects.
Η εγωιστική του συμπεριφορά έκανε δύσκολο για τους συναδέλφους να συνεργαστούν μαζί του σε ομαδικά έργα.
The manager 's egoistic decision to take credit for the team's success alienated the entire staff.
Η εγωιστική απόφαση του μάνατζερ να πιστώσει στον εαυτό του την επιτυχία της ομάδας αποξένωσε όλο το προσωπικό.
Λεξικό Δέντρο
egoistic
egoist
ego



























