Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Eccentricity
01
εκκεντρικότητα
a behavior that is considered abnormal and uncommon
Παραδείγματα
The writer 's eccentricity manifested in the characters she created, each with their own peculiar quirks and habits.
Η ιδιοτροπία της συγγραφέως εκδηλώθηκε στους χαρακτήρες που δημιούργησε, ο καθένας με τα δικά του ιδιόμορφα χαρακτηριστικά και συνήθειες.
Despite his eccentricity, he was loved and respected by many for his unique ideas and unconventional approach to life.
Παρά την εκκεντρικότητά του, αγαπήθηκε και σεβαστόταν από πολλούς για τις μοναδικές του ιδέες και την ασυνήθιστη προσέγγισή του στη ζωή.
02
εκκεντρότητα, αποκέντρωση
the degree to which a circular path or object departs from being perfectly centered or concentric
Παραδείγματα
The wheel 's eccentricity caused it to wobble as it rotated.
Η εκκεντρότητα του τροχού προκάλεσε την ταλάντευσή του κατά την περιστροφή.
The machinist measured the eccentricity of the rotating shaft.
Ο μηχανολόγος μέτρησε την εκκεντρότητα του περιστρεφόμενου άξονα.
03
εκκεντρότητα, εκκεντρότητα
a numerical ratio describing the shape of a conic section, defined as the ratio of the distance between the foci to the length of the major axis
Παραδείγματα
A circle has an eccentricity of 0, while an ellipse has a value between 0 and 1.
Ένας κύκλος έχει εκκεντρότητα 0, ενώ μια έλλειψη έχει τιμή μεταξύ 0 και 1.
The eccentricity of a hyperbola is greater than 1.
Η εκκεντρότητα μιας υπερβολής είναι μεγαλύτερη από 1.
Λεξικό Δέντρο
eccentricity
eccentric
eccentr



























