Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Eats
01
φαγητό, γεύμα
a food or meal
Παραδείγματα
Let 's grab some eats at the new food truck downtown.
Ας πάρουμε λίγο φαγητό από το νέο food truck στο κέντρο της πόλης.
Every Friday night, our family tradition is to order takeout eats and enjoy a movie together.
Κάθε Παρασκευή βράδυ, η οικογενειακή μας παράδοση είναι να παραγγέλνουμε φαγητό και να απολαμβάνουμε μια ταινία μαζί.



























