LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Earned run
/ˈɜːnd ɹˈʌn/
/ˈɜːnd ɹˈʌn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "earned run"
Earned run
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a run that was not scored as the result of an error by the other team
unearned run
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
earned
earn a living
earn
earmuff
earmark
earned run average
earner
earnest
earnest money
earnestly
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App