LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
All-firedly
/ˈɔːlfˈaɪədli/
/ˈɔːlfˈaɪɚdli/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "all-firedly"
all-firedly
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
extremely
word family
all-firedly
all-firedly
Adverb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
all-fired
all-encompassing
all-embracing
all-dressed
all-devouring
all-important
all-in
all-in-one
all-inclusive
all-knowing
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App