Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Diagnosis
01
διάγνωση
the identification of the nature and cause of an illness or other problem
Παραδείγματα
The doctor provided a clear diagnosis after reviewing the test results.
Ο γιατρός έδωσε μια σαφή διάγνωση μετά από την εξέταση των αποτελεσμάτων των τεστ.
Early diagnosis of the disease is crucial for effective treatment.
Η πρόωρη διάγνωση της ασθένειας είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική θεραπεία.



























