Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Devil
Παραδείγματα
In many religions, the devil is considered the embodiment of evil and temptation.
Σε πολλές θρησκείες, ο διάβολος θεωρείται η ενσάρκωση του κακού και του πειρασμού.
The villagers believed that the old, abandoned house was haunted by the devil.
Οι χωρικοί πίστευαν ότι το παλιό, εγκαταλειμμένο σπίτι ήταν στοιχειωμένο από τον διάβολο.
02
διάβολος, δαίμονας
an evil supernatural being
03
διάβολος, δαίμονας
a word used in exclamations of confusion
04
διάβολος, σκανταλιάρης
a rowdy or mischievous person (usually a young man)
05
διάβολος, δαίμονας
a cruel wicked and inhuman person
to devil
01
ενοχλώ, ερεθίζω
cause annoyance in; disturb, especially by minor irritations
02
επικαλύπτω με πικάντικη πάστα, γεμίζω με πικάντικη πάστα
coat or stuff with a spicy paste
Λεξικό Δέντρο
bedevil
devilish
devilize
devil



























