Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Crime rate
01
ποσοστό εγκληματικότητας, δείκτης εγκληματικότητας
the number or frequency of criminal offenses that occur within a specific population or geographic area over a particular period of time, often expressed as a ratio or percentage
Παραδείγματα
The city ’s crime rate has decreased due to better law enforcement.
Ο δείκτης εγκληματικότητας της πόλης έχει μειωθεί λόγω καλύτερης επιβολής του νόμου.
A high crime rate can affect property values in a neighborhood.
Ένας υψηλός δείκτης εγκληματικότητας μπορεί να επηρεάσει τις αξίες των ακινήτων σε μια γειτονιά.



























