Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Coral reef
01
κοραλλιογενής ύφαλος, κοραλλιογενής βραχιονισμός
a natural underwater structure formed by coral
Παραδείγματα
The coral reef near the island is teeming with colorful fish.
Ο κοραλλιογενής ύφαλος κοντά στο νησί είναι γεμάτος από πολύχρωμα ψάρια.
Snorkeling over a coral reef is an unforgettable experience.
Το σνορκέλ πάνω από ένα κοραλλιογενή ύφαλο είναι μια αξέχαστη εμπειρία.



























