Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Colossus
01
κολοσσός, γίγαντας
an individual or entity of immense size, influence, or importance, often symbolizing dominance or grandeur
Παραδείγματα
Despite being a newcomer to the industry, the tech startup quickly grew into a colossus, disrupting traditional business models.
Παρόλο που ήταν νεόφερτο στη βιομηχανία, η τεχνολογική startup αναπτύχθηκε γρήγορα σε ένα κολοσσό, διαταράσσοντας τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα.
The media mogul was a colossus in the entertainment industry, controlling multiple television networks and film studios.
Ο μεγιστάνας των μέσων ήταν ένας κολοσσός στη βιομηχανία ψυχαγωγίας, ελέγχοντας πολλά τηλεοπτικά δίκτυα και κινηματογραφικά στούντιο.
Παραδείγματα
The tech mogul is a colossus in the industry, known for transforming the way we interact with technology.
Ο μεγιστάνας της τεχνολογίας είναι ένας κολοσσός στη βιομηχανία, γνωστός για τη μεταμόρφωση του τρόπου με τον οποίο αλληλεπιδρούμε με την τεχνολογία.
Her groundbreaking research established her as a colossus in the field of environmental science.
Η πρωτοποριακή της έρευνα την καθιέρωσε ως κολοσσό στον τομέα της περιβαλλοντικής επιστήμης.



























