Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cockpit
Παραδείγματα
The pilot entered the cockpit before the flight began.
Ο πιλότος μπήκε στο cockpit πριν ξεκινήσει η πτήση.
She sat in the cockpit and adjusted the controls.
Κάθισε στο cockpit και ρύθμισε τα χειριστήρια.
02
πιλοτήριο, καμπίνα πλοιάρχου
the place where the helmsman or captain of a boat operates and controls the boat
03
θάλαμος οδήγησης, κόκπιτ
the place where the driver of a racing car sits
04
μια τάφρος για καβγαδισμούς πετεινών, μια αρένα για καβγαδισμούς πετεινών
a pit for cockfights
Λεξικό Δέντρο
cockpit
cock
pit



























