Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cloudiness
01
νεφώδες, κάλυψη από σύννεφα
the quality of being cloudy
02
νεφώδες, κάλυψη από σύννεφα
the condition of the sky being covered with clouds, often blocking sunlight
Παραδείγματα
The cloudiness made the day feel colder than usual.
Η συννεφιά έκανε τη μέρα να φαίνεται πιο κρύα από το συνηθισμένο.
Despite the cloudiness, they decided to go for a hike.
Παρά την νεφελώδη κατάσταση, αποφάσισαν να πάνε για πεζοπορία.
03
νεφελώδης, σκοτάδι
gloomy semidarkness caused by cloud cover
Λεξικό Δέντρο
cloudiness
cloudy
cloud



























