Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
circulatory
01
κυκλοφορικός, καρδιαγγειακός
related to the movement of blood throughout the body via the cardiovascular system, which includes the heart and blood vessels
Παραδείγματα
Circulatory disorders, such as hypertension or peripheral artery disease, can affect blood flow and lead to health complications.
Οι διαταραχές κυκλοφορίας, όπως η υπέρταση ή η περιφερική αρτηριακή νόσος, μπορούν να επηρεάσουν την ροή του αίματος και να οδηγήσουν σε επιπλοκές της υγείας.
Circulatory shock occurs when the body's tissues do not receive enough blood and oxygen, often resulting from severe injury or illness.
Ο κυκλοφορικός σοκ εμφανίζεται όταν οι ιστοί του σώματος δεν λαμβάνουν αρκετό αίμα και οξυγόνο, συχνά ως αποτέλεσμα σοβαρού τραυματισμού ή ασθένειας.
02
κυκλοφορικός
of or relating to circulation
Λεξικό Δέντρο
circulatory
circulate
circle



























