Chokepoint
volume
British pronunciation/tʃˈəʊkpɔɪnt/
American pronunciation/tʃˈoʊkpɔɪnt/

Ορισμός και Σημασία του "chokepoint"

01

a point of congestion or blockage

02

a narrowing that reduces the flow through a channel

word family

choke
point
chokepoint

chokepoint

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store