Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
certainly
01
σίγουρα, αναμφίβολα
in an assured manner, leaving no room for doubt
Παραδείγματα
You can certainly count on my support.
Μπορείτε σίγουρα να βασιστείτε στην υποστήριξή μου.
She certainly knows how to play the piano beautifully.
Αυτή σίγουρα ξέρει να παίζει πιάνο όμορφα.
02
Σίγουρα, Βεβαίως
used to show that one completely agrees with something
Παραδείγματα
Certainly, I can help you with that task.
Σίγουρα, μπορώ να σας βοηθήσω με αυτήν την εργασία.
Are you coming to the party? - Certainly!
Έρχεσαι στο πάρτι; - Σίγουρα!
Λεξικό Δέντρο
uncertainly
certainly
certain



























