LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cenozoic
/sˈɛnəzˌəʊɪk/
/ˌsinəˈzoʊɪk/
Adjective (1)
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "cenozoic"
cenozoic
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
of or relating to or denoting the Cenozoic era
Cenozoic
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
approximately the last 63 million years
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
cenotaph
cenogenetic
cenogenesis
cenobitical
cenobitic
cenozoic era
cense
censer
censor
censored
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App