Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Carping
01
μικροπρεπής κριτική, γκρίνια
a constant finding of small faults or griping over minor issues instead of offering solutions
Παραδείγματα
Instead of constructive feedback, his carping only created tension among the team.
Αντί για εποικοδομητική ανατροφοδότηση, οι γρινιές του δημιούργησαν μόνο ένταση στην ομάδα.
The manager ignored the carping from staff who refused to adapt to the new system.
Ο διαχειριστής αγνόησε τις μικροπρεπείς κριτικές του προσωπικού που αρνιόταν να προσαρμοστεί στο νέο σύστημα.
Λεξικό Δέντρο
carping
carp



























