Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to capsize
01
αναποδογυρίζω, κάνω να αναποδογυρίσει
(of a boat) to be overturned or to cause it to overturn
Λεξικό Δέντρο
capsizing
capsize
cap
size
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αναποδογυρίζω, κάνω να αναποδογυρίσει
Λεξικό Δέντρο
cap
size