Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Adult education
01
εκπαίδευση ενηλίκων, κατάρτιση για ενήλικες
classes for adults to finish their education, held in the evening or over the Internet
Παραδείγματα
The university 's evening classes cater exclusively to adult education.
Τα βραδινά μαθήματα του πανεπιστημίου απευθύνονται αποκλειστικά στην εκπαίδευση ενηλίκων.
The nonprofit organization focuses its resources on promoting adult education in underserved communities.
Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός εστιάζει τους πόρους του στην προώθηση της εκπαίδευσης ενηλίκων σε υποβαθμισμένες κοινότητες.



























