Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Brawn
01
μυϊκή δύναμη, σωματική δύναμη
physical strength arising from highly developed muscles
Παραδείγματα
In competitive strongman events, competitors rely on sheer brawn to lift and pull enormous weights.
Σε ανταγωνιστικά strongman events, οι διαγωνιζόμενοι βασίζονται στην μυϊκή δύναμη για να σηκώσουν και να τραβήξουν τεράστια βάρη.
Brawn alone will only get you so far in many sports; technical skill, strategy and endurance are also required.
Η σωματική δύναμη μόνη της θα σας οδηγήσει μόνο μέχρι ένα σημείο σε πολλά αθλήματα. Απαιτούνται επίσης τεχνική ικανότητα, στρατηγική και αντοχή.



























