Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Smelting
01
τήξη, κατεργασία μετάλλων
the process of heating and melting rocks or ores to take out metals from them
Παραδείγματα
The smelting of iron was important in ancient times.
Η τήξη του σιδήρου ήταν σημαντική στην αρχαιότητα.
The village had a place for the smelting of metals.
Το χωριό είχε ένα μέρος για την τήξη των μετάλλων.
Λεξικό Δέντρο
smelting
smelt



























