Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
level of service
/lˈɛvəl ʌv sˈɜːvɪs/
/lˈɛvəl ɒv sˈɜːvɪs/
Level of service
01
επίπεδο εξυπηρέτησης, ποιότητα εξυπηρέτησης
the quality and quantity of service provided to users, typically measured in terms of performance indicators such as speed, reliability, and accessibility
Παραδείγματα
The level of service at the new restaurant exceeded our expectations with prompt seating, attentive waitstaff, and delicious food served within minutes.
Το επίπεδο εξυπηρέτησης στο νέο εστιατόριο ξεπέρασε τις προσδοκίες μας με γρήγορη τοποθέτηση, προσεκτικό προσωπικό και νόστιμο φαγητό που σερβιρίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά.
The company prides itself on maintaining a high level of service, ensuring that customer inquiries are addressed promptly and efficiently.
Η εταιρεία περηφανεύεται για τη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου εξυπηρέτησης, διασφαλίζοντας ότι τα αιτήματα των πελατών αντιμετωπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά.



























