Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
drive-time
01
ώρα αιχμής, κατά τις ώρες της κίνησης
designed or scheduled to occur during peak commuting hours when traffic is heaviest
Παραδείγματα
The drive-time radio show was tailored to entertain listeners stuck in traffic with lively discussions and upbeat music.
Η ραδιοφωνική εκπομπή drive-time σχεδιάστηκε για να ψυχαγωγεί τους ακροατές που έχουν κολλήσει στην κίνηση με ζωντανές συζητήσεις και χαρούμενη μουσική.
The drive-time slot for the TV news broadcast ensured maximum viewership among commuters returning home in the evening.
Το χρονικό διάστημα drive-time για τη τηλεοπτική ειδησεογραφία εξασφάλισε τη μέγιστη τηλεθέαση μεταξύ των επιβατών που επέστρεφαν σπίτι το βράδυ.



























