Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Floorball ball
01
μπάλα floorball, μπάλα του floorball
a light, plastic ball with holes, used in the indoor game
Παραδείγματα
The bright colors of the floorball ball make it easy to see on the court.
Τα έντονα χρώματα της μπάλας του floorball την καθιστούν εύκολα ορατή στο γήπεδο.
The referee stopped the game to replace a worn-out floorball ball.
Ο διαιτητής σταμάτησε το παιχνίδι για να αντικαταστήσει ένα φθαρμένο μπάλα floorball.



























