LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Squick
/skwˈɪk/
/skwˈɪk/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "squick"
to squick
ΡΉΜΑ
01
γρήγορος
to disgust someone
Παράδειγμα
He
squicks
easily
at
the
thought
of
insects
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App