Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Mid-morning
01
μεσημέρι, μέση ώρα το πρωί
the time halfway between early morning and noon, typically around 9 to 11 a.m.
Παραδείγματα
Let 's meet for coffee in mid-morning.
Ας συναντηθούμε για καφέ το μεσημέρι.
He usually takes a break around mid-morning.
Συνήθως κάνει ένα διάλειμμα γύρω στο μεσημέρι.



























