Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to border on
01
συνορεύω με, πλησιάζω
to come close to or almost reach a particular level, quality, or state
Παραδείγματα
His behavior borders on arrogance when he's in a bad mood.
Η συμπεριφορά του πλησιάζει την αλαζονεία όταν είναι σε κακή διάθεση.
The situation is bordering on chaos as we speak.
Η κατάσταση πλησιάζει το χάος καθώς μιλάμε.



























