Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
mission-critical
/mˈɪʃənkɹˈɪɾɪkəl/
/mˈɪʃənkɹˈɪtɪkəl/
mission-critical
01
κρίσιμος για την αποστολή, απαραίτητος για την αποστολή
essential to the functioning or success of a specific operation, project, or system
Παραδείγματα
The software update is mission-critical for ensuring the system's security.
Η ενημέρωση του λογισμικού είναι κρίσιμη για την αποστολή για τη διασφάλιση της ασφάλειας του συστήματος.
The backup servers are mission-critical to prevent downtime during emergencies.
Οι εφεδρικοί διακομιστές είναι κρίσιμοι για την αποστολή για την αποφυγή διακοπής λειτουργίας κατά τη διάρκεια επειγόντων περιστατικών.



























