LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Timberwolf
/tˈɪmbəwˌʊlf/
/tˈɪmbɚwˌʊlf/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "timberwolf"
timberwolf
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
ξυλολύκος
of a cool and muted grayish-brown color that resembles the natural hue of timber or the fur of a gray wolf
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App