Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
scratch that
01
ξέχασέ το, άστο
used to tell someone to ignore or disregard something that was just said
Παραδείγματα
I initially planned to go to the beach this weekend, but scratch that; I have to work overtime.
Αρχικά σχεδίαζα να πάω στην παραλία αυτό το σαββατοκύριακο, αλλά ξέχνα το; πρέπει να κάνω υπερωρίες.
I was going to order pizza for dinner, but scratch that, I'll cook something at home.
Θα παραγγείλνα πίτσα για δείπνο, αλλά ξέχνα το, θα μαγειρέψω κάτι στο σπίτι.



























