Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hats off
01
βγάζω το καπέλο, σεβασμός
said to someone to show praise or respect for what they have done
Παραδείγματα
A: " I managed to get the highest number of sales this quarter! " B: " Wow, hats off! That's not easy to do! "
Α: "Κατάφερα να πετύχω τον μεγαλύτερο αριθμό πωλήσεων αυτό το τρίμηνο!" Β: "Ουάου, συγχαρητήρια! Δεν είναι εύκολο να το κάνεις!"
Hats off to Connie for finding such a splendid venue for a party!
Συγχαρητήρια στην Κόνι για την εύρεση τόσο υπέροχου χώρου για ένα πάρτι!



























