Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to pelt down
[phrase form: pelt]
01
βρέχει καταρρακτωδώς, ρίχνει με το τσουβάλι
to rain very fast and hard
Παραδείγματα
We were having a picnic when it suddenly began to pelt down, so we quickly packed up and ran for the car.
Ήμασταν σε πικ νικ όταν ξαφνικά άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς, γι' αυτό γρήγορα μαζέψαμε τα πράγματα μας και τρέξαμε προς το αυτοκίνητο.
They had to stop the football match because it was pelting down so hard that the players could n't see.
Έπρεπε να σταματήσουν το ποδοσφαιρικό αγώνα επειδή έβρεχε καταρρακτωδώς τόσο πολύ που οι παίκτες δεν μπορούσαν να δουν.



























