Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pelter
01
καταιγίδα, νερόκαμπο
a heavy rain
02
εκτοξευτής βλημάτων, ρίπτης πυραύλων
a thrower of missiles
Λεξικό Δέντρο
pelter
pelt
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
καταιγίδα, νερόκαμπο
εκτοξευτής βλημάτων, ρίπτης πυραύλων
Λεξικό Δέντρο