Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to leave aside
[phrase form: leave]
01
αφήνω στην άκρη, αναβάλλω προσωρινά
to temporarily put a topic on hold to address another matter
Παραδείγματα
Let's leave the question of cost aside for now and focus on the design.
Ας αφήσουμε στην άκρη το ζήτημα του κόστους προς το παρόν και ας επικεντρωθούμε στο σχέδιο.
They left their differences aside and worked together to achieve their common goal.
Άφησαν κατά μέρος τις διαφορές τους και συνεργάστηκαν για να επιτύχουν τον κοινό τους στόχο.



























