Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Safe bet
01
ασφαλές στοίχημα, ασφαλής επένδυση
a thing that is extremely likely to be true or happen
Παραδείγματα
Investing in government bonds is often seen as a safe bet for long-term financial stability.
Η επένδυση σε κρατικά ομόλογα θεωρείται συχνά ένα ασφαλές στοίχημα για μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα.
Choosing the well-established brand is usually a safe bet when it comes to quality.
Η επιλογή της καθιερωμένης μάρκας είναι συνήθως μια ασφαλής επιλογή όσον αφορά την ποιότητα.



























