Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Helpline
01
γραμμή βοήθειας, τηλέφωνο επικοινωνίας
a phone service that provides advice, comfort, or information regarding specific problems
Παραδείγματα
She contacted the helpline to get advice on how to handle the emergency.
Επικοινώνησε με τη γραμμή βοήθειας για να λάβει συμβουλές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της έκτακτης ανάγκης.
I found the helpline number on their website to get more information about their services.
Βρήκα τον αριθμό της γραμμής βοήθειας στον ιστότοπό τους για να λάβω περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες τους.
Λεξικό Δέντρο
helpline
help
line



























