helpline
help
ˈhɛlp
χελπ
line
laɪn
λαιν
British pronunciation
/hˈɛlpla‍ɪn/

Ορισμός και σημασία του "helpline"στα αγγλικά

01

γραμμή βοήθειας, τηλέφωνο επικοινωνίας

a phone service that provides advice, comfort, or information regarding specific problems
example
Παραδείγματα
She contacted the helpline to get advice on how to handle the emergency.
Επικοινώνησε με τη γραμμή βοήθειας για να λάβει συμβουλές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της έκτακτης ανάγκης.
I found the helpline number on their website to get more information about their services.
Βρήκα τον αριθμό της γραμμής βοήθειας στον ιστότοπό τους για να λάβω περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες τους.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store