Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Wrapping paper
01
χαρτί περιτυλίγματος, χαρτί δώρου
a colored paper used to cover and decorate presents
Παραδείγματα
She wrapped the present with colorful wrapping paper and tied it with a bow.
Τυλίγει το δώρο με πολύχρωμο χαρτί περιτυλίγματος και το δένει με ένα φιόγκo.
The store had a sale on wrapping paper just before the holidays.
Το κατάστημα είχε έκπτωση σε χαρτί περιτυλίγματος λίγο πριν τις διακοπές.



























