Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Working day
01
εργατική ημέρα, ημέρα εργασίας
a day on which work is done
02
εργατική ημέρα, μέρα εργασίας
the amount of time that a worker must work for an agreed daily wage
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
εργατική ημέρα, ημέρα εργασίας
εργατική ημέρα, μέρα εργασίας