Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Witchcraft
01
μαγεία, γοητεία
the practice or art of using magical powers, especially for supernatural purposes or sorcery
Παραδείγματα
Accusations of witchcraft were common in medieval Europe.
Οι κατηγορίες για μαγεία ήταν συχνές στη μεσαιωνική Ευρώπη.
She studied witchcraft to understand ancient rituals.
Μελέτησε τη μαγεία για να κατανοήσει τους αρχαίους τελετουργικούς.
Λεξικό Δέντρο
witchcraft
witch
craft



























