weather-beaten
Pronunciation
/wˈɛðɚbˈiːʔn̩/
British pronunciation
/wˈɛðəbˈiːtən/

Ορισμός και σημασία του "weather-beaten"στα αγγλικά

weather-beaten
01

καταστραμμένος από τον καιρό, φθαρμένος από τα στοιχεία

worn or damaged by exposure to the elements, such as sun, wind, rain, or snow
example
Παραδείγματα
The weather-beaten cabin stood at the edge of the cliff, its wood cracked and faded.
Η καταπονημένη από τον καιρό καλύβα στέκονταν στην άκρη του βράχου, το ξύλο της ραγισμένο και ξεθωριασμένο.
His weather-beaten face told the story of years spent working in the harsh sun.
Το κατεστραμμένο από τον καιρό πρόσωπό του έλεγε την ιστορία των χρόνων που πέρασε δουλεύοντας στον σκληρό ήλιο.
02

φθαρμένος από τον καιρό, επηρεασμένος από το κλίμα

worn by exposure to the weather
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store