Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
wearisome
Παραδείγματα
The wearisome task of data entry, with its repetitive nature, made the workday feel endless for the office clerk.
Η κουραστική εργασία της εισαγωγής δεδομένων, με την επαναλαμβανόμενη φύση της, έκανε την εργάσιμη ημέρα να φαίνεται ατελείωτη για τον υπάλληλο γραφείου.
Weary commuters faced the wearisome challenge of navigating through heavy traffic, causing daily frustration and delays.
Οι κουρασμένοι επιβάτες αντιμετώπισαν την κουραστική πρόκληση της πλοήγησης σε πυκνή κυκλοφορία, προκαλώντας καθημερινή απογοήτευση και καθυστερήσεις.



























