LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Vulgarity
/vʌlɡˈæɹɪti/
/vəɫˈɡɛɹɪti/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "vulgarity"
Vulgarity
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
χυδαιότητα
the state of being tasteless, unsophisticated, and unrefined
coarseness
commonness
grossness
raunch
vulgarism
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App