Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
virtual
01
εικονικός
(of a place, object, etc.) generated through the use of software
Παραδείγματα
Virtual reality technology allows users to immerse themselves in simulated environments.
Η τεχνολογία εικονικής πραγματικότητας επιτρέπει στους χρήστες να βυθιστούν σε προσομοιωμένα περιβάλλοντα.
The online conference was a virtual gathering of experts from around the world.
Η διαδικτυακή διάσκεψη ήταν μια εικονική συνάντηση ειδικών από όλο τον κόσμο.
02
εικονικός, σχεδόν πραγματικός
very similar to the actual thing in almost every way
Παραδείγματα
The virtual silence in the library made it a perfect place for focused studying.
Η εικονική σιωπή στη βιβλιοθήκη την έκανε το ιδανικό μέρος για συγκεντρωμένη μελέτη.
The virtual impossibility of reaching the summit during winter discouraged most climbers.
Η εικονική αδυναμία να φθάσει κανείς στην κορυφή κατά τη διάρκεια του χειμώνα αποθάρρυνε τους περισσότερους ορειβάτες.
Λεξικό Δέντρο
virtually
virtual



























