Unbelted
volume
British pronunciation/ʌnbˈɛltɪd/
American pronunciation/ʌnbˈɛltᵻd/

Ορισμός και Σημασία του "unbelted"

01

lacking a belt

word family

belt

belt

Verb

belted

Adjective

unbelted

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store